Μεσοχώρι Γρεβενιτίου (n kódru)
Κόντρου, Κρίζια, Γκιγκόρου και Τράγκα
Αγαπητό Γρεβενίτι,
Όπως είχαµε προαναγγείλει σε προηγούµενο σηµείωµά µας,
παρουσιάζουµε σήµερα τέσσερα τοπωνύμια του χωριού µας: Κόντρου, Κρίζια, Γκιγκόρου
και Τράγκα που είτε τα παραλείπει το Τοπωνυµικό της περιοχής Ζαγορίου του
κ. Κ. Οικονόµου (1991) είτε η προσέγγισή τους είναι προβληματική.
Πριν αρχίσουµε, οφείλουµε κάποιες διευκρινήσεις. Kαθώς τα
βλάχ. τοπων. Χρησιµοποιούνται συνήθως σε εµπρόθετη µορφή, συνοδεύονται από
προθέσεις όπως: Λα (la): “εις”· από το
λατιν. επίρρηµα illac “εκεί” (ρουµ. la, γαλλ., ιταλ., là, ισπ. al, al la κλπ.)
και τη λατιν. πρόθ. ad.
ν (n) και µε αφοµοίωση µ (m) “εις”· από τη λατιν. πρόθεση in
(ρουµ. in, ιταλ. in, ισπαν., γαλλ. en,
πορτογαλλ. em κλπ.).
ντι (di) “εις”· / “από”· από τη λατιν. πρόθ. de (ιταλ. di,
γαλλ., ισπαν., πορτογαλλ., ρου µαν. de)· και σπανιότερα α (a) “εις”· από τη
λατινική πρόθ. ad (ιταλ. a, γαλλ., ισπαν., πορτογαλλ. à).
Θυµίζουµε επίσης ότι στα βλάχικα το άρθρο ακολουθεί το
ουσιαστικό, ενώ στη γενική και τη δοτική ενισχύεται από ένα προθετικό άρθρο α
(που για τα κύρια ονόµατα γίνε ται αλ’, αλε).
Κόντρου (ν Κόντρου // n Kódru // ελλ. “στο Μεσοχώρι”).
Πρόκειται για τη βλάχ. ονοµασία της πλατείας του χωριού.
Το Τοπωνυµικό Ζαγορίου το καταγράφει ως “Κόντρου, λα (la
kóndru)”, και προσθέτει: “Ονοµασία συνοικίας του χωριού που είναι χτισµένη σε
βραχώδες ύψωµα. Το τοπν. προέρχεται από το αροµ(ούνικο) ουσιαστικό códru ή
códur ‘κορυφή βουνού // δάσος // τόπος προφυλαγµένος ολόγυρα // νεκροταφείο //
κόθρος < λατ.quadrus ‘τετράγωνος’.
Τίποτα από όλα αυτά δεν αληθεύει. Ούτε η φωνητική απόδοσή του
(la kóndru) είναι ακριβής ούτε η σηµασία
και η ερµηνεία του. Η προφορά του είναι kódru και όχι kóndru. Και εµπρόθετα
λέγεται συνηθέστερα n kódru και όχι la kóndru.
Για να στηρίξει τις σηµασίες που παραθέτει, ο κ. Οικ. παραπέµπει
στο καλύτερο λεξικό που διαθέτουµε για τα βλάχικα του Tache Papahagi
(Βουκουρέστι 1974) και το οποίο επεξηγεί τις βλάχ. λέξεις στα ρουµανικά και τα
γαλλικά. Ο κ. Οικ. επιλέγει τις πιο αταίριαστες ερµηνείες, αφού ούτε σε κορυφή
βουνού βρίσκεται το µέρος, ούτε υπάρχει κοντά κάποιο δάσος ούτε προφυλάσσεται
ολόγυρα ούτε σχετίζεται µε κάποιο νεκροταφείο. Ωστόσο το ως άνω λεξικό δίνει
και άλλες σηµασίες που ταιριάζουν απόλυτα µε το τοπωνύµιο: “µέρος που
προορίζεται για χορό των κατοίκων, πλατεία χωριού”. Προσθέτει µάλιστα και
βλάχικα παραδείγµατα: córlu di hoáră si-acătă´ n códru, δηλ. “ο χορός του χωριού πιάστηκε (=
ξεκίνησε) στην πλατεία”· nu l scoáse n códru să-l víndă “δεν το(ν) έβγαλε στην
πλατεία του χωριού, για να το(ν) πουλήσει”· vin’e n códru tra si-asúnă toáca
“ήρθε στο µεσοχώρι, για να σηµάνει την τόκα (το σήµαντρο)” κλπ. Προσθέτουµε ότι
και ο Κ. Νικολαΐδης στο δικό του Ετυµολογικόν Λεξικόν της Κουτσοβλαχικής
Γλώσσης (1909), που χρησιµοποιεί για τις βλάχ. λέξεις ελληνικούς χαρακτήρες,
σηµειώνει µεταξύ άλλων: κόντρου, ..., στην Κλεισούρα σηµαίνει Μεσοχώρι. Το
γεγονός όµως, ότι οι προηγούµενοι συγχωριανοί µας που ασχολήθηκαν µε την
ερµηνεία του τοπων. αστόχησαν, δείχνει ότι οι κάτοικοι του χωριού δεν γνώριζαν
ή δεν καταλάβαιναν την παραπάνω ερµηνεία, αφού ως προσηγορικό η λ. κόντρου
(códru), που οι ντόπιοι τη χρησιµοποιούσαν στην καθηµερινή τους κουβέντα,
σήµαινε µόνον “(τετράγωνο) κοµµάτι πίτας”, και όχι “κόθρος” που γράφει το
Τοπωνυµικό Ζαγορίου, αφού κόθρος ήταν το περιφερειακό µέρος της πίτας που ήταν
πιο σκληρό, γιατί εκεί δίπλωναν τα ‘πέτρα’ (φύλλα) που εξείχαν από την
περιφέρεια του ταψιού. Ο κ. Οικ. σε νέο βιβλίο του (“Ονοµάτων επίσκεψις” νοµού
Ιωαννίνων, 2018), όπου παρουσιάζει σύντοµα τοπωνύµια του χωριού µας, επιµένει
στη λανθασµένη φωνητική καταγραφή (kóndru, προσθέτοντας, όπως είχε κάνει και
παλαιότερα, έναν δεύτερο τύπο του βλάχ. προσηγορικού από όπου προήλθε: códru
/ códur, που είναι όµως άγνωστος στο
Γρεβενίτι), χωρίς να δίνει την ερµηνεία του, παρόλο που παραπέµπει σε ένα παλαιότερο
άρθρο µας (1990), όπου σηµειώναµε τη φωνητική και την ερµηνεία του τοπων., όπως
την εκθέσαµε πιο πάνω. Πρόκειται λοιπόν
για την πλατεία του χωριού, το Μεσοχώρι, όπου οι χοροί στις γιορτές, τους
γάµους και τα πανηγύρια. Εκεί βρίσκεται το σχολείο και ο κεντρικός ναός του
χωριού, αφιερωµένος στην Κοίµηση της Θεοτόκου. Εκεί κάθε Δεκαπενταύγουστο
γινόταν και γίνεται µεγάλο πανηγύρι που διαρκούσε παλαιότερα τρεις µέρες. Έτσι
η περιγραφή του τόπου θα έπρεπε να είναι: “(Τετράγωνη) πλατεία του χωριού, τόπος
χορού, που έδωσε το όνοµα και στη συνοικία (µαχαλά) που βρίσκεται γύρω του”.
Κρî´ζιă (ν Κρî´ζια ή λα
Κρî´ζια // n Krî´zia
ή la Krîzia // ελην. “στην Κρî´ζια”):
ονοµασία βρύσης και µαχαλά που βρίσκεται γύρω της.
Το Τοπωνυµικό Ζαγορίου την καταγράφει ως Γκρî´ντζα (grî´ndza)
και προσθέτει: “Ονοµασία µιας συνοικίας
του χωριού. Το τοπων. πρέπει να ετυµολογηθεί από το αροµ(ούνικο) grî´ndză “ο
βράχος, ο ογκόλιθος” κι αυτό από το λατιν. grandis, -e “ο µέγας. Βλ. και τοπων. Γρεβενίτι”.
Ένα γνωστό αξίωµα της τοπωνυµιολογίας ορίζει ότι καµιά
ετυµολογία δεν µπορεί να είναι ορθή, αν δεν ξεκινήσει από τη σωστή και ακριβή
καταγραφή του τοπωνυµίου. Το Τοπωνυµικό Ζαγορίου ξεκινάει από εσφαλµένη βάση,
αφού τετοιο τοπων. δεν υπάρχει στο Γρεβενίτι ούτε προσηγορικό grî´ndză. Είναι
το όνοµα της γειτονιάς, όπου µεγαλώσαµε, και της βρύσης από όπου παίρναµε
πόσιµο νερό για το σπίτι. Το έχουµε ακούσει άπειρες φορές από τα µέλη της
οικογένειάς µας, τους γείτονες και τους συγχωριανούς µας. Το τοπων. λεγόταν και
λέγεται, όπως το σηµειώσαµε στην αρχή αυτού του σηµειώµατος. Ἐτσι εξάλλου το
γράφουν και οι προγενέστεροι συγχωριανοί µας Β. Σαχίνης, Ι. Παπαβρανούσης
και Λ. Βρανούσης. Και οι τρεις το θεωρούν σλαβογενές. Ο Β. Σαχίνης γράφει
“Ίσως από την σλαβ.” και ακολουθεί µια λέξη που έχει καλυφτεί από µελάνη,
σηµάδι διαγραφής, αλλά πάνω από αυτήν έχει προστεθεί η ερµηνεία “πῶρος λίθος,
πουρί”. Ο Ι. Παπαβρανούσης γράφει: “Ίσως από το σλαβ. crîg = πουρί, πωρόλιθος =
ghigóru;” Και ο Λ. Βρανούσης του δίνει δύο ερµηνείες “1) σταυρός κείµενος εἰς
το χεῖλος µιᾶς τάφρου. 2) µαρτύριον, τόπος βασάνων, τόπος χαµοῦ, κρεµασταριό,
σλαβ.” Από τις παραπάνω απόψεις η σύνδεση του τοπων. µε τον πωρόλιθο φαίνεται
να προήλθε από την παρουσία πωρόλιθων κον τά στη βρύση (βλ. επόµενο τοπων.).
Αντίθετα η άποψη του Λ. Βρανούση παρουσιάζει ενδιαφέρον. Στα βουλγ. η λέξη
кризa (κρίζα) σηµαίνει “κρίση”, έννοια που θα µπορούσε να σχετίζεται µε
δικαστική κρίση και καταδίκη και κατ᾽ επέκταση καταδίκη σε βασανιστήρια. Ίσως.
Αλλά δεν έχουµε καµιά άλλη ένδειξη γι᾽ αυτό. Πάν τως στα βλάχ. το τοπων. δεν
είναι κατανοητό. Ούτε φαίνεται να προέρχεται από κάποιο κυριώνυµο (<
Κρίζιας), γιατί η εκφορά του τοπων. θα ήταν διαφορετική (αλ Κρî´ζια, al
Krî´zia). Έτσι η σλαβ. καταγωγή του φαίνεται πιθανότερη, καθώς σε µικρή απόσταση
υπάρχουν και άλλα σλαβογενή τοπων. (Λιάσιου, Γκιγκόρου, Πλόστινα, Μπάλτα).
Γκιγκόρου (Λα Γκιγκόρου
ή ν Γκιγκόρου // La
ghigóru ή n ghigóru // ελλην. “στο
Γκιγκόρου”). Τοποθεσία στην κορυφή απότοµης χλοοσκέπαστης πλαγιάς µε πολλούς
πωρόλιθους, πάνω από τη βρύση Krî´zia.
Το τοπων. (που δεν καταγράφεται στο Τοπωνυµικό Ζαγορίου)
σχηµατίστηκε από το εµπρόθετο βλάχ. προσηγορικό γκιγκόρου (ghigóru, πληθ.
ghigoáre) “πωρόλιθος, πουρί”, λέξη που
χρησιµοποιείται ακόµη στο χωριό από τους ντόπιους. Το λεξικό του T. Papahagi
παραπέµπει στο ελλην. τοπων. Γκιγκόρος, στο βουλγαρ. bigor “πουρί” και στο αµάρτυρο στον ενικ. αριθµ. βλάχ.
*bigă (πληθ. biguri) “βράχος στην κορυφή βουνού”, και το συσχετίζει µε το
αλβαν. bigórr “είδος ασβεστολιθικού πωρώδους λίθου”· βλ. και το σερβ. bigar
“σταλακτίτης”.
Τράγκα (Λα Τράγκα ή ν
Τράγκă // La trága ή
n trágă· ελλην. “στην Τράγκα”).
Πλατιά, γυµνή από δέντρα ‘αυλακιά’, που παλαιότερα φαινόταν
από πολλά σηµεία του χωριού σαν κοίτη ξεροπόταµου, η οποία διέσχιζε κάθετα την κατάφυτη
(κυρίως από οξιές) πλαγιά της Τούφας. Σήµερα δεν φαίνεται από µακριά, γιατί η
βλάστηση την κάλυψε. Πρέπει να πάει κανείς κοντά της.
Το τοπων. (που δεν αναφέρεται από το Τοπωνυµικό Ζαγορίου)
σχηµατίστηκε από το εµπρόθετο βλάχ. προσηγορικό τράγκă (trágă) “σύρση” (“ἕλξις,
τράβηγµα, σύρ σιµο”: Λ. Βρανούσης), που δεν χρησιµοποιείται σήµερα από τους
ντόπιους, αλλά είναι γνωστό και στο βλαχόφωνο Παλιοχώρι Συρράκου. Επειδή στο
δάσος της Τούφας απαγορευόταν τόσο από τη θρησκευτική παράδοση όσο και από τη
δασική υπηρεσία η βόσκηση κοπαδιών, η υλοτοµία και η ξύλευση, φαίνεται ότι σε
παλαιότερους χρόνους οι κάτοικοι του χωριού υλοτοµούσαν ή έκοβαν ξύλα στην πίσω
πλευρά του βουνού, όπου δεν υπήρχε απαγόρευση, και στη συνέχεια τα ανέβαζαν
στην κορυφή και τα κατέβαζαν σέρνοντάς τα στο χωριό. Όσο για την τράγκă
(trágă), ο Κ. Νικολαΐδης (1909) δεν την καταγράφει καθόλου, ενώ ο T. Papahagi
την αναφέρει µε τη σηµασία “ίχνος, αποτύπωµα” και τη συσχετίζει µε το βουλγαρ.
трaгa και το αλβαν. tragë “ίχνος”. Είναι
φανερό ότι η λέξη προέρχεται από το θέµα του βλάχ. ρήµατος τράγκου (trágu),
“έλκω, σύρω, τραβώ” (< λατιν. ρήµα traho και συγγενές ουσιαστ.
traha και trahea “σβάρνα για το αλώνισµα των
δηµητριακών”)· από το θέµα της µετοχής tractus, -a, -um του traho κατάγονται το
τρακτέρ, ο τράκτορας, το τρένο κλπ.
(συνεχίζεται)
Ευχαριστώ για τη
φιλοξενία
Δ. Ράιος, Οµότιµος
Καθηγητής Παν/µίου