Αν κοτάς, κότες! Καμία σχέση!
Ο κότος στη Νέα Ελληνική ~
Η λέξη «κότος» επιβιώνει στη γλώσσα μας σε 3 λέξεις! 

◆ «κοτώ» = τολμώ, έχω το κουράγιο» (πχ «Αν κοτάς, πες το!» / κ. διαλεκτ. «αν σου κοτάει»). Από την αρχαία σημασία του «κοτῶ» (οργίζομαι, ενεργώ παρορμητικά), η λέξη πέρασε στην έννοια της παρρησίας και της τόλμης. Είναι σαν η αρχαία οργή να έγινε δύναμη για να αντιμετωπίσουμε προκλήσεις!

(Οδ. Ελύτης, "Μαρία Νεφέλη")
◆ «αποκοτιά» = το υπερβολικό θάρρος που φτάνει στην απερισκεψία. Προέρχεται από το μεσαιωνικό «ἀποκοτῶ» (από + κοτῶ), που συνδέει την παρορμητική οργή με τη ριψοκίνδυνη τόλμη. Ο «κότος» έγινε συνώνυμο της παράτολμης γενναιότητας.

σφόδρα ταράχτηκαν» (Οδ. Ελύτης, "Άξιον εστί")
◆ «αλλόκοτος» = εξαιρετικάς ασυνήθιστος, δυσερμήνευτος παράξενος (πχ «αλλόκοτο όνειρο»). Από την αρχαία σημασία «σκληρός, φοβερός» (ἄλλο- + κότος), η λέξη εξελίχθηκε για να δηλώσει το δυσεξήγητο και το παράδοξο. Η αρχική έννοια της έχθρας μετατράπηκε σε κάτι που προκαλεί έκπληξη ή αμηχανία.

εντύπωσις. Αόριστα, αισθάνομουν
σαν να ’φευγεν από κοντά μου ο Μύρης❞
(Κ. Π. Καβάφης, «Μύρης· Αλεξάνδρεια του 340 μ.Χ.»)
Είναι δυσεξιχνίαστοι οι δρόμοι των λέξεων μέσα στους αιώνες: πώς το αρχικό μίσος σταδιακά παίρνει τόσο διαφορετικές αλλά και ιδιαίτερες αποχρώσεις! Τόλμη, απερισκεψία, παραδοξότητα..